Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

ITHACA...


ITHACA...

Σημείο συνάντησης: Θύρα 7, παλιό λιμάνι Θεσσαλονίκης. Χρονικές συντεταγμένες: 22112009. Προορισμός: Ιθάκη. Επιβάτες: Κυρίως φοιτητές, νέοι εκκολαπτόμενοι καλλιτέχνες παντός είδους, ψαγμένοι τύποι ή απλοί περαστικοί που είδαμε κόσμο και ήρθαμε. Η τυχαιότητα σαφώς στην υπηρεσία του σκηνοθέτη. Η μουσική αντηχεί από κάπου μακριά ή από κοντά - δεν έχει σημασία. Όχι δεν θα πω κάτι για τον ολοένα αυξανόμενο αριθμό. Γιατί το βαγόνι είναι μικρό αλλά η τέχνη χωράει παντού. Σαν καράβι που κινάει και δεν ξέρουμε, θα φτάσουμε άραγε;

Αυλαία. Στάση πρώτη, βιολετί νησί στη μέση της ασφάλτου. Το φανάρι ανάβει. Σβήνει. Ανάβει. Η τρελή έχει βάλει τα καλά της, χαμογελά και μας υποδέχεται με σφηνάκια λικέρ. Δύσκολο να αντισταθείς σε τέτοια ομορφιά. «Αχ, σας περίμενα. Είμαι τόσο μόνη εδώ. Παρακαλώ περάστε. Πάρτε κάτι. Είμαι τόσο μόνη!» Την προσπερνάμε έτσι όπως έχουμε συνηθίσει να κάνουμε κάθε μέρα, αν και με μια μικρή συστολή αφού δεν ξέρουμε, αυτό είναι που περιμένει από μας ο σκηνοθέτης;

Γιατί κατ΄ άλλους εν αρχή ην το πυρ. Όμως οι επίδοξοι εραστές στητοί κάτω από τον ψεύτικο πυρσό απορούν για το μπουλούκι που έτσι ξαφνικά μαζεύτηκε μπροστά στην πόρτα τους. «Και τι είναι αυτά που τραγουδάτε για δάχτυλα βουνά πάνω από θάλασσες φεγγάρια; Εμείς να γαμήσουμε ήρθαμε, φύγετε!»

Μετέωρες ευχές και απορίες και χρώματα και φώτα παράξενα σαν μύηση μυστική που αποκαλύπτεται ξάφνου μόνο σ΄ εκείνον που βλέπει. Στα υπόγεια θα διαδραματιστεί η επόμενη σκηνή. Τεντωμένη σε μια σκάλα από ποιήματα ή σε μιαν απλώστρα για φάσματα μωρά ή σε μια κρεμάστρα για έναν που πνίγεται ή σ΄ ένα στοίχημα για δύο που αδημονούν. Ψηλά και μακριά η απόδραση.

Ίσως ο στυλίτης στην άλλη μεριά να ξέρει. Παίζει ή ξεψυχά; Εκκρεμεί η απάντηση, λεπτοδείκτης που μετρά μέχρι την επόμενη μέρα στον ίδιο δρόμο. Ως τότε, χαμογέλα μπορεί και να είναι ψέματα. Η νύχτα ηχεί σαν πλαστική βροχή ως τον επόμενο σταθμό…

…και δείτε εκεί στα τσακισμένα σπίτια πώς κείται, αφανές στα μάτια των βιαστικών, σιωπηλό και υποταγμένο, στο χρόνο και στη φθορά. Από κουτιά, σας λέω, από σκόνη είναι φτιαγμένο αυτό το παρασκευαστήριο. Δείτε το πώς σκίζεται κάθε φορά που κάποιος στρέφει το βλέμμα αλλού, πώς σκορπίζεται σε ανατολή και δύση. Διαφημίσεις από την πρώτη εποχή, χαμηλά ταβάνια, ασύμμετροι όγκοι μηχανών του σιδερένιου παρελθόντος, εκθέματα ζωής τελειωμένης. Έργο τέχνης σας λέω, έργο τέχνης είναι αυτό το παρασκευαστήριο. Και πόσοι έχουν ζήσει και πόσοι έχουν πεθάνει εδώ τυλιγμένοι σε ρολά κίτρινο χαρτί. Δείτε το πώς στέκεται κάθε φορά που κάποιος στρέφει το βλέμμα του. Όχι δεν θα πάρω άλλο καφέ. Νύχτωσε τώρα.

Τελευταίο πέρασμα, ανάμεσα στα πόδια της. Τ΄ ανοίγει ολότελα η τρελή αιωρούμενη σαν ύφασμα ξεφτισμένο απ΄ τον καιρό. Άφησε το βιολετί νησί της κι ήρθε τρέχοντας με τον αέρα να προλάβει να ζήσει. Μάτια λαίμαργα, ομφάλιοι λώροι, στόματα ανοιχτά, καιόμενες γλώσσες, όλοι του κόσμου οι πεινασμένοι την ακολουθούν με ρυθμό. Κι η μουσική – ένα βιολί ή ένα σαξόφωνο ή ξεχασμένο κάποιο ράδιο ανοιχτό κάπου κοντά ή κάπου μακριά – άκου πώς μας συνδέει ανάλαφρα κάτω από το φως της ολοένα ανατέλλουσας τυχαιότητας ή τέχνης ή ζωής. Και να, κοίτα με, χορεύω κι εγώ δεμένη με σχοινιά απ΄ την κορυφή τ΄ ουρανού ακροβατώντας στο τόξο μαζί με την Ιθάκη και μ΄ όλα της τα πρόσωπα αφού έτσι το θέλησε απόψε ο σκηνοθέτης.

Συμπέρασμα: Η τρελή δεν γίνεται ν΄ απαρνηθεί την τρέλα της χωρίς να χάσει τον εαυτό της.

Μια σούπα από χώμα κι αστέρια είναι ότι πρέπει τέτοια ώρα…